Επιστολή ΓΣΕΕ στους συναρμόδιους υπουργούς για την κατάργηση ή μείωση του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας σε χιλιάδες εργαζόμενους

Επιστολή ΓΣΕΕ στους συναρμόδιους υπουργούς για την κατάργηση ή μείωση του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας σε χιλιάδες εργαζόμενους

Τις έντονες διαφωνίες της σχετικά με την Κυβερνητική πρόταση για τις αλλαγές στο επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, εξέφρασε η ΓΣΕΕ σε επιστολή της στους συναρμόδιους Υπουργούς.

Η Συνομοσπονδία, αφού τονίζει την έλλειψη παραγωγικού και ουσιαστικού διαλόγου, με δεδομένο ότι η Διυπουργική Επιτροπή συνεδρίασε δίχως τη συμμετοχή των εργαζομένων, επισημαίνει  ότι δε θα αποδεχθεί μείωση του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας σε κανέναν εργαζόμενο, όταν μάλιστα οι συνθήκες εργασίας τα τελευταία χρόνια, με βάση τα εργατικά ατυχήματα  γίνονται και πιο επικίνδυνες και πιο ανθυγιεινές.

Η ΓΣΕΕ, απορρίπτει τη βαθμολόγηση των ειδικοτήτων στο πόρισμα της Επιτροπής,  που κατά την ίδια την Επιτροπή βασίστηκε σε παντελή έλλειψη στοιχείων και  τους δημοσιονομικούς περιορισμούς, όταν η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση θέτει το ζήτημα σε προτεραιότητα και ζητά τον απαραίτητο χρόνο έως τα τέλη Ιουνίου, ώστε να προηγηθεί διαβούλευση που θα δώσει λύση σε όλες τις ατέλειες και τις ασάφειες του πορίσματος.

Ακολουθεί  η σχετική επιστολή

 

  

Προς:  Αναπλ. Υπουργό Οικονομικών, κ. Θ. Σκυλακάκη

Κοιν.:    Υπουργό Οικονομικών, κ. Χ. Σταϊκούρα

 Υπουργό Εργασίας, κ. Κ. Χατζηδάκη

 

Θέμα: Μη αποδεκτή επιστημονικά, τεχνικά, πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά η Κυβερνητική πρόταση για τις αλλαγές στο Επίδομα Επικίνδυνης και Ανθυγιεινής Εργασίας στο Δημόσιο και ιδιαίτερα στους ΙΔΑΧ και τους συμβασιούχους

Κ. Υπουργέ,

Κανένας εργαζόμενος δεν επιθυμεί να ανταλλάσσει επικίνδυνες και ανθυγιεινές συνθήκες εργασίας με κάποιο χρηματικό ποσό. Η πρόνοια όλων μας είναι ο μηδενισμός των επικίνδυνων συνθηκών και η εξάλειψη του επαγγελματικού κινδύνου. Κάτι τέτοιο όμως στην χώρα μας είναι ένας στόχος από τον οποίο όλο και απομακρυνόμαστε σε αντίθεση με ότι συμβαίνει στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στις ανεπτυγμένες χώρες.

Οι συνθήκες εργασίας γίνονται στην χώρα μας γίνονται όλο και πιο δύσκολες, όλο και πιο επικίνδυνες. Το 2021 ήταν μία χρονιά αρνητικός σταθμός στα ζητήματα Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία, ενώ ήδη μόνο τον Ιανουάριο του 2022 έχουν σκοτωθεί τρεις εργαζόμενοι.

Με βάση τα παραπάνω, σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογείται η μείωση του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας σε κανέναν εργαζόμενο, εν μέσω μάλιστα επιδημιολογικής κρίσης η οποία σε διαφορετικό μέτρο βέβαια, αλλά καθολικά αφορά σε όλους τους εργαζόμενους.

Η Έκθεση της Διϋπουργικής Επιτροπής που μας έχετε αποστείλει είναι μία γενικόλογη περιγραφή των αρχικών σεναρίων τα οποία όπως μας είπατε στην σύσκεψη της 28/01/22 δεν θα έχουν καμία σχέση με την τελική κυβερνητική πρόταση που θα υποβάλετε στις 18 Φεβρουαρίου. Είναι μία έκθεση στην οποία δεν παρατίθεται κανένα στοιχείο σε σχέση με τις ειδικότητες για τις οποίες θα μεταβληθεί το συγκεκριμένο επίδομα. Αυτά τα στοιχεία παρά την αναφορά μας στις 28/01/22 και τις μετέπειτα συνεχόμενες οχλήσεις δεν μας έχουν αποσταλεί ακόμα.

Ζητήσαμε εξαρχής το σύνολο των πινάκων βαθμολόγησης όλων των ειδικοτήτων με συγκεκριμένη αναφορά στις περιπτώσεις ειδικού ενδιαφέροντος που εκπροσωπούμε και αφορούν 25.000 εργαζόμενους. Λίγες μέρες πριν την εκπνοή του υποτιθέμενου διαλόγου δεν έχουμε λάβει κανένα στοιχείο. Σε μία περίοδο υψηλών πληθωριστικών πιέσεων και μεγάλης ακρίβειας δεν θα ανεχτούμε μείωση για κανέναν εργαζόμενο, ενώ η γενική εικόνα που μας δίνετε καταδεικνύει την μείωση του μισθού για δεκάδες χιλιάδες, την ώρα που ο Πρωθυπουργός παρουσιάζει ως  κεντρική προτεραιότητα της Κυβέρνησης την αύξηση των μισθών. Αξιοσημείωτο είναι ότι και στα δύο αρχικά σενάρια της Επιτροπής σε 10.000 εργαζόμενους που ανήκουν στην υψηλότερη κατηγορία  επικινδυνότητας, το επίδομα μηδενίζεται!

Σύμφωνα με τον 4512/2018 προβλέπεται η αναθεώρηση του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας μόνο ύστερα από την εκπόνηση σε συνεργασία με τους συναρμόδιους φορείς βραχυπρόθεσμου, μεσοπρόθεσμου και μακροπρόθεσμου σχεδίου δράσης. Στην παρούσα κατάσταση γίνεται καταστρατήγηση- παράβαση του συγκεκριμένου νόμου καθώς έχει εκπονηθεί και παραδοθεί στην επιτροπή μόνο το προκαταρκτικό βραχυπρόθεσμο σχέδιο. Τα σχέδια σύμφωνα με τον 4512 θα αμβλύνουν τους παράγοντες κινδύνου και θα εγκαθιδρύσουν και εμπεδώσουν τις αναγκαίες συνθήκες πρόληψης και συνεργασίας των εργαζομένων.

Σύμφωνα με την ΥΑ 43726/2019 που εξειδικεύει τον 4512΄ σε όλους τους χώρους εργασίας σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα εκπονείται Γραπτή Εκτίμηση Επαγγελματικού Κινδύνου (ΓΕΕΚ) από τον Τεχνικό Ασφαλείας και τον Ιατρό Εργασίας η οποία αναρτάται υποχρεωτικά στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας και επικαιροποιείται από τον υπεύθυνο των ΟΤΑ α΄ και  β΄ βαθμού και  τα νομικά πρόσωπα αυτών κατά τις διατάξεις του ν. 3850/2010. Στη συνέχεια θα έπρεπε να αναπτύσσεται ένα σύστημα παρακολούθησης και συγκριτικής αξιολόγησης των φορέων πάνω στην οποία θα βασιζόταν η βαθμολόγηση επικινδυνότητας όλων των ειδικοτήτων. Όχι μόνο δεν έχει υλοποιηθεί οτιδήποτε από τα προαναφερόμενα αλλά είναι εμφατικό το ότι ούτε το Υπουργείο Εργασίας έχει εκπονήσει Γραπτή Εκτίμηση Επαγγελματικού Κινδύνου.

Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με το πόρισμα της ίδιας της Διυπουργικής Επιτροπής η βαθμολόγηση βασίστηκε σε παντελή (ο χαρακτηρισμός της Επιτροπής) έλλειψη στοιχείων όπως είναι η ΓΕΕΚ,  οι κλαδικές και επιδημιολογικές μελέτες και σε αξιολόγηση από διοικητικούς υπαλλήλους οι οποίοι δεν έχουν σχέση με τα θέματα ΥΑΕ και δεν μοιράσανε τα ερωτηματολόγια στους εργαζομένους. Ενστάσεις σε επιστημονικό και τεχνικό επίπεδο υπάρχουν και για την μεθοδολογία που ακολουθήθηκε στην αξιολόγηση…μη υπαρχόντων στοιχείων.

Η βαθμολογική μάλιστα κατάταξη υπερέβει εις βάρος βέβαια των εργαζομένων  σε πολλές περιπτώσεις και το Τελικό Πόρισμα της Επιτροπής Βαρέων και Ανθυγιεινών στην οποία συμμετείχε το σύνολο των κοινωνικών φορέων.

Η Διυπουργική Επιτροπή συνεδρίασε δίχως την συμμετοχή των εργαζομένων όταν βασικό ευρωπαϊκό κεκτημένο στα θέματα Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία και βάση επίτευξης όλων των στόχων είναι η τριμερής διαβούλευση και τελικά ομοφωνία, μεταξύ Κράτους, Εργαζομένων και Κυβέρνησης.

Η Επιτροπή συνεδρίασε 103 φορές, επί 36 μήνες για το αμφισβητούμενο αυτό αποτέλεσμα και μας παρουσιάζετε ένα ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα ενός μηνός για διαβούλευση με τα συνδικάτα, όταν ο 4512 προέβλεπε ότι η γνωμοδότηση θα ολοκληρωνόταν όχι αργότερα από τον Φεβρουάριο του 2019. Δώσατε τρία χρόνια στην Επιτροπή, δώστε τον ανάλογο χρόνο για διαβούλευση με τους κοινωνικούς φορείς. Καθυστερήσατε 3 χρόνια για την παραγωγή μίας καθόλα αμφισβητούμενης γνωμοδότησης, δώστε τον απαραίτητο χρόνο στα συνδικάτα να εξορθολογίσουν τα συμπεράσματα

Η αρχική σας προφορική αναφορά ότι δεν αλλάζουμε την βαθμολογία, το δημοσιονομικό κόστος και ολοκληρώνουμε την διαδικασία έως τα τέλη Φεβρουαρίου μετά τις τοποθετήσεις μας, εξελίχθηκε με την ολοκλήρωση της συνάντησης της 28ης Ιανουαρίου σε διαβεβαίωση επανεκτίμηση της βαθμολόγησης και διερεύνηση αύξησης του δημοσιονομικού κόστους. Επιμείνατε όμως στο ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα που δεν επιτρέπει σοβαρό διάλογο.

 

Κ. Υπουργέ,

Η ΓΣΕΕ, δεν αποδέχεται καμία μείωση του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας σε κανέναν εργαζόμενο ιδιαίτερα σε μία εποχή που η Υγεία και Ασφάλεια των εργαζομένων επιδεινώνεται οριζόντια και η ακρίβεια κάνει δύσκολη την επιβίωσή τους.

Απορρίπτουμε την βαθμολόγηση των ειδικοτήτων στο πόρισμα της Διυπουργικής Επιτροπής, τους δημοσιονομικούς περιορισμούς που θέτετε και ζητούμε τον απαραίτητο χρόνο και τουλάχιστον έως τα τέλη Ιουνίου του 2022, ώστε να πραγματοποιήσουμε έναν παραγωγικό και ουσιαστικό διάλογο που θα δώσει λύσεις σε όλες τις ατέλειες και τις ασάφειες του πορίσματος.

 

Για τη ΓΣΕΕ

                         Ο Πρόεδρος                                                                Ο Γεν. Γραμματέας

 

 

               Γιάννης Παναγόπουλος                                                     Νικόλαος Κιουτσούκης